Υπάρχουν πολλοί άντρες που φοβούνται μήπως ερωτευτούν.
Γνωρίζουν κάποιον και μόλις σκιρτήσει λίγο η καρδούλα τους, τρέχουν να εξαφανιστούν.
Οι λόγοι μπορεί να είναι πολλοί
Άλλοι φοβούνται μήπως πληγωθούν. Στην ανάμνηση μιας παλιάς ερωτικής απογοήτευσης, τρομάζουν. Ο πόνος και η φρίκη που πέρασαν τους έκανε να σκληρύνουν και να είναι πολύ επιφυλακτικοί.
Άλλοι πιστεύουν πως είναι «λίγοι» και δεν θα μπορέσουν ν’ ανταποκριθούν απέναντι σ’ εκείνον που θα είναι δίπλα τους.
Αυτοί έχουν μια χαμηλή αυτοεκτίμηση, υποτιμούν δηλαδή τον εαυτό τους.
Είναι αυτοί που δεν μπορούν να καταλάβουν πως δεν υπάρχει κανένας που να είναι τέλειος σε όλα. Και συνήθως αν πιστεύουν πως σε κάτι υστερούν, αναζητούν εκείνον που το έχει γιατί φαντασιώνονται πως θα τους το συμπληρώνει. Κανείς όμως δεν μπορεί να συμπληρώσει ένα κενό, πραγματικό ή φανταστικό, στον άλλον. Ή θ’ αποδεχτεί πως δεν το έχει ή θα προσπαθήσει να το συμπληρώσει μόνος του.
Υπάρχουν και αυτοί που πιστεύουν πως δεν έχουν δικαίωμα στον έρωτα.
Συνήθως αυτοί θεωρούν τον εαυτό τους ως «μη κανονικό» και πως ο έρωτας ανήκει μόνο στους ετερόφυλους. Είναι φοβισμένοι από τη σεξουαλική τους επιλογή και είτε βρίσκονται σ’ ένα δύσκολο περιβάλλον, στην επαρχία για παράδειγμα, όπου το να ερωτευτεί κανείς έναν άντρα μπορεί να είναι πολύ σκληρό, είτε το συγγενικό και φιλικό τους περιβάλλον «ελέγχει» τη ζωή τους.
Άλλοι το αποφεύγουν γιατί ο έρωτας θέλει κόπο, κούραση, τρέξιμο.
Είναι αυτοί που προτιμούν να τους ερωτεύονται, που πιστεύουν πως όλοι θα πρέπει να τους θαυμάζουν.
Δεν είναι πάντα ο εγωισμός που τους κυριαρχεί. Είναι πως χωρίς την αναγνώριση από κάποιον χάνουν το έδαφος κάτω από τα πόδια τους.
Πίσω από αυτήν τη σιγουριά κρύβεται ένας μεγάλος φόβος, αυτός της ενδεχόμενης απόρριψης. Κουραστικό και βασανιστικό.
Υπάρχουν αυτοί επίσης που βρίσκονται σε μια διαρκή άμυνα. Αυτοί που νιώθουν πως το αντικείμενο του πόθου τους είναι ο εχθρός. Ένας εχθρός που έχει πιο ισχυρά όπλα και σίγουρα θα τους νικήσει. Είναι σε μια διαρκή άμυνα, σαν κυνηγημένοι. Ο φόβος είναι τόσος που έστω και αν στην πραγματικότητα ο «εχθρός» είναι λιγότερο ισχυρός, δεν μπορούν καν να το δουν και τρέχουν να κρυφτούν.
Το να ερωτευτεί επίσης κάποιος σημαίνει ειλικρίνεια. Δεν θα μπορέσει να κρύψει για μεγάλο χρονικό διάστημα αυτό που πραγματικά είναι. Ούτε να παρουσιάσει έναν άλλον εαυτό, αυτόν που πιθανόν παρουσιάζει στους υπόλοιπους. Στον έρωτα τα πάντα είναι κάτω από τη διαφάνειά του, δύσκολα κρύβεται μια ατέλεια, ένας ψεύτικος χαρακτήρας. Κι εκεί υπάρχει ο κίνδυνος της αποκάλυψης, όχι μόνο για εκείνον που θα ερωτευτεί αλλά και σε όλους τους υπόλοιπους στο περιβάλλον.
Μια μεγάλη κατηγορία επίσης είναι αυτοί που θεωρούν πως θα χάσουν την ελευθερία τους αν ερωτευτούν. Δεν θα μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν, πιστεύουν πως θα ελέγχονται συνέχεια και κυρίως θα πρέπει να είναι μονογαμικοί.
Στην ουσία το μόνο που έχουν να χάσουν είναι η μοναξιά τους. Αυτό που βλέπουν σαν περιορισμό, στον έρωτα είναι επιθυμία και ανάγκη. Αν φοβούνται κάτι τέτοιο απλά δεν είναι ερωτευμένοι.
Τέλος υπάρχει η πιο αηδιαστική κατηγορία αυτών που δεν ερωτεύονται ποτέ: ο συναισθηματικά τσιγκούνης.
Επειδή θα πρέπει να δώσει κι εκείνος αγάπη, έρωτα, φροντίδα ή νοιάξιμο, προτιμά να μείνει μόνος.
Το μόνο που κάνει σε όλη του τη ζωή είναι να προσπαθεί να πάρει. Να πάρει αγάπη έστω και αν δεν του αξίζει.
Είναι αυτός που θ’ αποφύγει να βοηθήσει τον έρωτά του έστω και αν μπορεί επειδή θα πρέπει να δώσει κάτι από την ψυχή του.
Αυτός που δεν θα μοιραστεί ποτέ τίποτα, έστω και αν του περισσεύει. Που πάντα θα πιστεύει πως αυτά που του δίνει κάποιος είναι λίγα σε σχέση με αυτά που θα έπρεπε να έχει.
Αυτή τους η ανάγκη μπορεί να δημιουργήθηκε για διαφορετικούς λόγους στον καθένα, όπως σε άλλον από την οικογένειά του, σε άλλον από την παιδική του ηλικία. Δεν έχει σημασία.
Είναι ένα διαρκές κενό μέσα του που πιστεύει πως θα πρέπει να το γεμίσει κάποιος άλλος.
Δεν θα υπερασπιστεί ποτέ τον άνθρωπό του, δεν θα τον στηρίξει γιατί θα χρειαστεί να δώσει κάτι από τον εαυτό του.
Στις δύσκολες καταστάσεις θα παριστάνει τον ουδέτερο παρατηρητή για να μη σπαταλήσει σκέψη, θυμό, αγάπη ή προστασία. Του είναι αδιανόητο.
Είναι αυτός που θα προσπαθεί συνέχεια να αποδείξει πως δεν έχει, δεν μπορεί, δεν του περισσεύει γιατί έχει άλλα πιο σοβαρά ν’ ασχοληθεί.
Θα βρίσκει συνέχεια δικαιολογίες ώστε στα δύσκολα να είναι άφαντος.
Ο τσιγκούνης τρέμει τον έρωτα γιατί σημαίνει «μαζί».
Προτιμά να ζει μια μοναχική ζωή για να μη χρειαστεί να σπαταλήσει ούτε μια στιγμή πραγματικού πόθου και επιθυμίας για τον άνθρωπό του.
Δυστυχώς δεν γίνεται αντιληπτός από την αρχή και πολλοί το τρώνε το παραμύθι και τους δίνουν συνέχεια για να γεμίσουν τα κενά της ψυχής τους.
Κλαίγεται συνέχεια θέλοντας να προκαλέσει τον οίκτο και να κρύψει την απληστία του.
Δεν είναι ποτέ ευχαριστημένος με όσα και αν του δώσει κανείς, πάντα θα έχει έλλειμμα και πάντα θα ζητάει περισσότερα.
Αν τύχει και τον ερωτευτεί κανείς, είναι σίγουρο πως θα τον ξεζουμίσει και θα θεωρεί μάλιστα πως εκείνος έδωσε τα περισσότερα.
Δεν θα δείξει ποτέ ευγνωμοσύνη και από το στόμα του η λέξη «ευχαριστώ» δεν θα βγει ποτέ.
Τον τσιγκούνη στα υλικά πράγματα τον καταλαβαίνεις πιο εύκολα, στον έρωτα δεν είναι πάντα σίγουρο επειδή δεν είναι κάτι χειροπιαστό, όπως για παράδειγμα όταν φεύγει από το τραπέζι την ώρα που έρχεται ο λογαριασμός.
Στον έρωτα έρχεται ο λογαριασμός, τον βλέπεις να κοιτάζει αδιάφορα αλλά επειδή δεν είναι κάτι που αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις, μπορεί να σε τρελάνει με τις μεθόδους παραπλάνησης που χρησιμοποιεί και κυρίως την κλάψα.
Φοβάται τον έρωτα γιατί θα χρειαστεί να δώσει.
Όποιος πιστεύει πως αγαπάει ή είναι ερωτευμένος χωρίς να δίνει, ας το ξανασκεφτεί.
Να δίνει.
Μόνο.
Χωρίς να περιμένει να πάρει πίσω ανταλλάγματα, δεν πρόκειται για εμπορική πράξη.
Και δεν είναι μόνο υλικά αυτά που θα δώσει.
Μια καλή κουβέντα πολλές φορές αξίζει όλο το χρυσάφι του κόσμου.
Αυτός που δεν θέλει να δίνει καλά θα κάνει να μείνει μόνος του.
Είναι κάτι που το κάνει παντού, σε φίλους, σε γνωστούς ακόμα και στην οικογένειά του, πόσο μάλλον σε κάποιον «ξένο» όπως είναι μέσα στο μυαλό του ο άνθρωπος που τον ερωτεύτηκε.
Είναι βέβαιο πως θα ταλαιπωρήσει πολλούς.
Φοβάσαι να ερωτευτείς;
