Συναντάς κάποιον.
Όλα ωραία και καλά, βλέπεις πως ταιριάζετε, πως καταλαβαίνει ο ένας τον άλλον, ενδεχομένως έχετε και κοινά γούστα, κοινό τρόπο διασκέδασης, σας αρέσει η ίδια σχεδόν μουσική, ένα ταίριασμα τέλος πάντων από αυτά που σπανίζουν.
Λες να πέτυχα τον άντρα της ζωής μου; Αναρωτιέσαι ευτυχισμένος.
Κάτι μέσα σου όμως αντιδρά.
Κάτι που δεν μπορείς να το εξηγήσεις και δίνει σήματα όπως ένα μικρό αγκαθάκι στο χέρι που προσπαθείς να το βγάλεις και δεν βγαίνει.
Είναι τόσο μικρό που πολλές φορές το ξεχνάς.
Αυτό το αγκαθάκι συνήθως είναι η αυτοπροστασία πίσω από τον ενθουσιασμό.
Είναι η λογική που τη σκεπάζει το συναίσθημα και έρχεται η στιγμή που δικαιώνεται το αγκαθάκι.
Όταν περάσει ο ενθουσιασμός του πρώτου καιρού και αρχίσει να λειτουργεί πιο δυναμικά η λογική, το αγκαθάκι αποδεικνύεται πάνσοφο.
Αρχίζεις και βλέπεις στον άλλον συμπεριφορές, λόγια και πράξεις που όχι μόνο δεν σου ταιριάζουν αλλά μπορεί να σε κάνουν και έξαλλο, να σε κάνουν να μην θέλεις να τον δεις στα μάτια σου.
Που σου παρουσίασε έναν εαυτό πολύ διαφορετικό από αυτόν που πραγματικά είναι. Έναν εαυτό που μπορεί και να σε αηδιάζει.
Όποτε δεν εμπιστευτείς αυτή την ειδοποίηση, τον πόνο από το αγκαθάκι, αυτό επιμένοντας θα δημιουργήσει φλεγμονή και θα πονάει ακόμα περισσότερο.
Το ίδιο και με αυτόν που δεν δίνεις όση σημασία χρειάζεται σ’ αυτήν την εσωτερική σου ειδοποίηση.
Θα δημιουργήσει αργά και σταθερά μια ψυχική φλεγμονή που η θεραπεία της θα είναι πιο δύσκολη αν δεν την άφηνες από την αρχή.
Ισχύει όμως και το ακριβώς αντίθετο.
Να μην ταιριάζεις σε τίποτα με κάποιον.
Όσο και να προσπαθείς να τα βρεις, να πέφτεις σε τοίχο.
Να είσαστε σε μια διαρκή διαμάχη για όλα, σε σημείο που να μην ανέχεται ο ένας τον άλλον για πολλή ώρα.
Ναι παίζετε αντίπαλοι σε φιλικό αγώνα και μόνο στα χέρια να μην πιάνεστε.
Και όμως να επιμένεις.
Το αγκαθάκι να ειδοποιεί πως εδώ υπάρχει και κάτι άλλο εκτός από την επιφανειακή αντίδραση, τη διαρκή άρνηση.
Υπάρχει εκεί στο χέρι αλλά χωρίς να πονάει συνέχεια και κυρίως καμιά του ειδοποίηση να μην σε βάζει σ’ επιφυλακή.
Σαν να κάθεται να παρατηρεί χαμογελώντας μια σύγκρουση που προσπαθεί να γίνει αγκαλιά, φιλί ή έρωτας.
Κάπου κάπου πονάει πιο πολύ, ίσως για να σε παρακινήσει, να σε σπρώξει να το παραδεχτείς πως δεν είναι κόντρα αλλά πόθος ή επιθυμία να είστε μαζί.
Να παραδεχτείς πως ενώ στα λόγια δεν ταιριάζετε καθόλου, τα κορμιά άλλα λένε.
Να τον βρίζεις και να τον διώχνεις ή να σε διώχνει αλλά πάντα κάτι να τυχαίνει και όλο κοντά να βρισκόσαστε.
Το αγκαθάκι αυτό δημιουργεί άλλου είδους φλεγμονή. Τη φλεγμονή της καψούρας που δεν θέλει να παραδεχτεί κανένας από τους δυο.
Η θεραπεία εδώ είναι πιο δύσκολη, κρατάει πιο πολύ, το μικρόβιο μεταδίδεται σ’ όλο το σώμα.
Αν υπάρξει θεραπεία τελικά.
Πάντα πίσω από τις πιο μεγάλες κόντρες υπάρχει μια πολύ δυνατή μορφή έρωτα. Ασυγκράτητη όπως και η κόντρα.
Επιθετική και διαρκώς αυξανόμενη.
Είναι η ίδια που συνεχίζεται ακόμα κι όταν γίνετε ζευγάρι.
Αυτή που μπορεί να ξεσηκώσει και ν’ αναστατώσει και τους δυο με αφορμή μια λεπτομέρεια που σε άλλες περιπτώσεις θα ήταν ασήμαντη.
Για παράδειγμα μπορεί να σε κάνει έξαλλο γιατί δεν φόρεσε το εσώρουχο που σ’ αρέσει, ή γιατί πιστεύεις πως έκλεισε λίγο απότομα το τηλέφωνο.
Ή για ένα βλέμμα που πιστεύεις πως έριξε σε κάποιον μέσα στο λεωφορείο.
Δεν είναι ζήλεια.
Δεν είναι κτητικότητα ούτε υστερία.
Είναι η διαρκής ανάγκη ν’ αποδείξει ο ένας στον άλλον πως τον θέλει.
Ν’ αποδείξει ο ένας στον άλλον πως δεν θα φύγει.
Μπορεί πολλές φορές να είναι πνιγηρό, ναι μπορεί. Και ποιος δεν θέλει δηλαδή αυτόν τον «πνιγμό»; Ή αν τελικά δεν θυμώσεις ποτέ για τον άνθρωπό σου, τότε ο έρωτας έχει κάνει φτερά.
Υπάρχει και μια τρίτη και τελευταία κατηγορία.
Αυτή που το αγκαθάκι είναι σαν να μην υπάρχει.
Δεν ενοχλεί, δεν πονάει, δεν δημιουργεί φλεγμονή, τίποτα.
Ε αυτοί είναι μόνο φίλοι.
Δεν πρόκειται ποτέ να υπάρξει τίποτε ερωτικό μεταξύ τους.
Ή οι γνωστοί που είναι εντελώς αδιάφοροι, σαν τους περαστικούς σε πολυσύχναστο δρόμο.
Σ’ αυτήν την τρίτη περίπτωση το αγκαθάκι το αποβάλλει ο οργανισμός.
Και νιώθεις το χέρι σου σαν να μην υπήρξε ποτέ.
Θα μπορούσε ν’ αποκαλέσει κάποιος αυτό το αγκαθάκι σαν ένστικτο.
Σαν αυτό που δημιουργεί μια ασπίδα προστασίας από επιθέσεις.
Άλλωστε και οι γιατροί αυτό λένε: η κάθε φλεγμονή είναι μια επίθεση που κάνει ο οργανισμός σε έναν εισβολέα.
Δημιουργεί τη φλεγμονή προσπαθώντας να τον καταστρέψει.
Και ο έρωτας εισβολέας είναι, δεν τον αγοράζεις από το περίπτερο.
Το ίδιο ακριβώς κάνει και η ψυχή με το αγκαθάκι – ένστικτο.
Ποτέ δεν είναι ο ίδιος εισβολέας ίδιος για όλους.
Ποτέ δεν είναι ίδιο το αγκαθάκι που έχει ο καθένας μέσα του με εκείνο κάποιου άλλου.
Ποτέ δεν είναι ίδια η ψυχική ή σωματική φλεγμονή.
Είναι προσωπικό και μοναδικό. Δεν μπορεί να συγκριθεί με κάποιου άλλου, πάντα κάπου θα διαφέρει και ας φαίνεται πως μοιάζουν.
Ίσως να υπάρχουν μερικά κοινά σημεία, αλλά μέχρι εκεί.
Εμπιστέψου το προσωπικό σου αγκαθάκι, το δικό σου όχι του φίλου σου ή του γνωστού σου.
Είναι από τα πιο ισχυρά όπλα επιβίωσης και ας είναι τόσο μικρό.
Άλλωστε και ο δυνατός έρωτας ένα είδος πολέμου είναι.
Και τελικά αν σκεφτείς στις περιπτώσεις που αυτήν την εσωτερική φωνή, το ένστικτο ή το αγκαθάκι δεν του έδωσες τη σημασία και την προσοχή που έπρεπε, θα καταλάβεις πως βγήκες χαμένος.
Το αγκάθι
