Ο Θείος

Μόλις έπαιρνε να νυχτώνει, γυρίζοντας στο σπίτι του, κλείδωσε το αυτοκίνητο και ετοιμαζόταν να μπει στην εξώπορτα όταν άκουσε κάποιον να τον φωνάζει.
-Πέτρο!
Γυρίζει και ήταν αυτός.
Αυτός που τον κακοποίησε όταν ήταν πέντε χρονών. Ο θείος.
Πάνω σ’ ένα μηχανάκι.
Πάγωσε, του ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι αλλά λέει δώσε τόπο στην οργή, κυριολεκτικά, γιατί ήταν κουρασμένος και δεν είχε ετοιμαστεί ψυχολογικά για μια τέτοια συνάντηση.
-Πας σπίτι σου, συνέχισε ενώ του είχε γυρίσει την πλάτη και απομακρυνόταν.
Η φωνή του είχε έναν τόνο ερωτισμού, ή έτσι του φάνηκε, και τότε άρχισε να φουντώνει μέσα μου.
-Ναι, του λέει και συνεχίζει να απομακρύνεται.
-Έχεις κάτι μαζί μου; Συνεχίζει απτόητος και με θράσος.
Πάνω από είκοσι χρόνια προσπαθούσε να τον βρίσει και να ξεσπάσει το θυμό του για ό,τι του έκανε αλλά δεν τα είχε καταφέρει.
Λέει μέσα του ήρθε η ώρα.
Γυρνάει τον κοιτάζει βαθιά στα μάτια σε απόσταση ενός μέτρου και του λέει για πρώτη φορά:
-Έχεις καταλάβει τι κακό έχεις κάνει στη ζωή μου. Έχεις πάρει είδηση πόσο βασανίστηκα, πόσες εκατοντάδες συνεδρίες σε ψυχολόγους και ομαδικές θεραπείες έχω κάνει για να ξεπεράσω την παιδική κακοποίηση;
-Δεν θυμάμαι τίποτα, απαντάει με προσποιητό θράσος, αλλά η φωνή του δεν έβγαινε πλέον, δεν περίμενε τέτοια αντίδραση και του είχε κοπεί η ανάσα.
-Αν θέλεις μπορώ να σου θυμίσω όλες τις λεπτομέρειες, όχι μόνο σ’ εσένα αλλά και σε όλους που παριστάνεις τον τέλειο οικογενειάρχη ενώ εγώ αναγκάστηκα να εξαφανιστώ για να κρύψω την ντροπή μου και με το φόβο της κοινωνικής κατακραυγής να με κυνηγάει.
Πάγωσε κυριολεκτικά.
-Ήμουν κι εγώ μικρός, ψέλλισε ψάχνοντας απεγνωσμένα για δικαιολογία.
-Αυτό δεν σε εμπόδισε να το συνεχίσεις και όταν μεγάλωσες, απάντησε με την ίδια σταθερότητα στη φωνή τμου.
Πίστευε πως επειδή ήταν μικρός δεν ήταν κακοποίηση αλλά κοινή επιθυμία το σίχαμα.
Αυτό ακριβώς που δεν μπορούσα και ο Πέτρος να διαχωρίσει και τον βασάνιζε, μέχρι να του το δώσουν να το καταλάβει οι θεραπευτές και οι δάσκαλοί του.
Ο Πέτρος ούτε που μπορούσε να φανταστεί πως θα είναι τόσο ψύχραιμος, τόσο νηφάλιος και τόσο έτοιμος ν’ αντιμετωπίσει κάτι που τον στοίχειωνε δεκαετίες.
Πατούσε σταθερά στα πόδια του, τον κοίταζε βαθιά στα μάτια, και οι λέξεις του έβγαιναν σαν μαχαιριές.
-Εξαφανίσου, συνέχισε, μην σε ξαναδώ μπροστά μου, μην με ξαναπλησιάσεις γιατί δεν ξέρω αν θα συγκρατηθώ.
Έβαλε μπροστά το μηχανάκι και απομακρύνθηκε πολύ ταραγμένος χάνοντας την ισορροπία του.
Ανακούφιση βαθιά, από τα έγκατα της ψυχής του Πέτρου.
Δικαίωση! Είναι λυτρωτικό κάτι που σε κατατρέχει για χρόνια να πιστεύεις πως δεν θα καταφέρεις να το κάνεις, και τελικά όταν έρθει η στιγμή να καταλάβεις πόσο ικανός είσαι.
Λεπτομέρεια: όταν ήταν πιο ψύχραιμος την άλλη μέρα συνειδητοποίησε πως τον περίμενε κάτω από το σπίτι του.
Διαφορετικά θα είχε ακούσει το θόρυβο από τη μηχανή ή θα είχε δει τα φώτα της.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.

34  +    =  35