Ο Αποστόλης είχε όλα τα καλά πάνω του.
Δεν ήταν ιδιαίτερα όμορφος αλλά πολύ γοητευτικός, είχε κάνει σπουδές και στο εξωτερικό με μια ειδίκευση που είχε ζήτηση ακόμα στην αγορά, είχε το δικό του σπίτι και αυτοκίνητο.
Οι σπουδές του ήταν αυτό που ήθελε πάντα στη ζωή του και απολάμβανε όλα αυτά που είχε αποκτήσει.
Θα μπορούσε κανείς να τον χαρακτηρίζει τυχερό με όσα άκουγε και έβλεπε γύρω του.
Δεν ήταν όμως καβαλημένο καλάμι, σεμνός, καλός φίλος και κυρίως απολάμβανε τον έρωτα.
Δεν είχε κάποια σχέση αλλά ήταν πολύ επιλεκτικός στους ερωτικούς του συντρόφους.
Αν δεν έβρισκε κάποιον που να του αρέσει πραγματικά, προτιμούσε να μένει μόνος ή με τους φίλους του.
Πολλοί τον θαύμαζαν και ακόμα πιο πολλοί τον ζήλευαν. Ελάχιστοι τον φθονούσαν.
Μια ξαφνική οικογενειακή καταστροφή έφερε τα πάνω κάτω.
Μέσα σ’ ένα χρόνο άλλαξε τόσο πολύ η ζωή του και ο ίδιος μεταμορφώθηκε στο αντίθετο από αυτό που ήταν.
Λύγισε.
Κανείς δεν περίμενε πως δεν θα άντεχε, όλοι τον θεωρούσαν έναν «πανίσχυρο άνθρωπο».
Έναν άνθρωπο που τα μπορεί όλα, που είναι πάντα δυνατός, που το μέλλον του προδιαγραφόταν λαμπρό.
Κανείς δεν ήθελε να δεχτεί πως αυτός ο άνθρωπος θα μπορούσε να μείνει χωρίς σπίτι, χωρίς αυτοκίνητο και χωρίς δουλειά.
Κανείς τέλος δεν μπορούσε να δεχτεί οι ανθρώπινες αντοχές έχουν όρια για όλους.
Άρχισαν να απομακρύνονται, πρώτα οι γνωστοί, μετά οι φίλοι και τέλος οι εραστές.
Η εικόνα ενός τσακισμένου και φτωχοντυμένου ανθρώπου τους απωθούσε.
Λες και είναι ποινικό αδίκημα να καταρρεύσει κάποιος.
Λες και είναι κατηγορούμενος επειδή δεν μπορεί ή δεν αντέχει.
Λες και ήταν υποχρεωμένος να είναι πάντα τέλειος.
Το μόνο που κατάφερναν εκείνοι που τον έβλεπαν έτσι ήταν να δημιουργούν μια επί πλέον ενοχή στον άνθρωπο που λύγισε.
Να τον κάνουν να κατηγορεί τον εαυτό του που δεν άντεξε, με απρόβλεπτες πολλές φορές συνέπειες για τον ίδιο.
Όχι όμως όλοι. Ήταν τότε που εμφανίστηκαν αρκετοί που προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν την κατάστασή του για να νιώσουν εκείνοι δυνατοί.
Η αντίληψη πως όποιος δεν είναι «υπεράνθρωπος» πρέπει να είναι στο περιθώριο είναι βαθιά ριζωμένη, λες και ο άνθρωπος είναι από σίδερο.
Είναι μια μισάνθρωπη αντίληψη.
Αυτή η ηλίθια αντίληψη του κυρίαρχου, τέλειου και επιτυχημένου αρσενικού, που δεν επιτρέπει να έχει και άσχημες στιγμές η ζωή του.
Κάτι που μπορεί να διαρκέσει από λίγες μέρες έως χρόνια. Μια καταστροφή άλλωστε δεν ανατρέπεται εύκολα.
Αυτό όμως που δεν ανατρέπεται εύκολα ή ποτέ είναι η αξιοπρέπεια. Αυτή η δύσκολη ανατροπή κάνει και τον άντρα σημαντικό ή ασήμαντο. Αν η αξιοπρέπεια υπάρχει στις καλές περιόδους, σίγουρα θα υπάρχει και στις δύσκολες. Και στις δύσκολες δυναμώνει ακόμα περισσότερο, είναι το μοναδικό ίσως στοιχείο επιβίωσης.
Όλοι θέλουν ήρωες δίπλα τους λες και βρίσκονται σε κάποιο μουσείο και κοιτάζουν τους πίνακες των ηρώων, όχι τους ανθρώπους που ζουν ανάμεσά τους.
Λες και όποιος λυγίζει είναι για πέταμα, άχρηστος, ανάξιος λόγου και αγάπης.
Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει σε όλες τις σχέσεις και ειδικά στις ερωτικές.
Τη δύναμη που λείπει σε πολλούς προσπαθούν να την πάρουν από τους γύρω τους.
Μόλις δείξεις σε κάποιον ενδιαφέρον, δεν κοιτάζει να το απολαύσει παρά προσπαθεί να σε «ταλαιπωρήσει» για να σου δείξει υποτίθεται την ανωτερότητά του σε σχέση μ’ εσένα.
Δεν προσπαθεί να ζήσει, έστω και λίγο, τη χαρά της επαφής, της ένωσης, της ηδονής, της επικοινωνίας. Όχι. Θα παραστήσει την Μαντάμ Σουσού και θα πιστεύει πως το ότι τον θέλεις, σημαίνει πως μπορείς και να εξευτελιστείς για να τον έχεις.
Θα προσπαθήσουν με κάθε τρόπο ν’ αποκτήσουν την «εξουσία» που τους δίνει το γεγονός πως δεν είναι σε κακή κατάσταση, σε σχέση με τους άλλους.
Προφανώς γιατί είναι ανίκανοι να το πάρουν από τον εαυτό τους.
Συνήθως διαλέγουν πιο αδύναμους, ή ανθρώπους που υποτίθεται «είναι του χεριού τους».
Αυτό είναι ακόμα πιο πρόστυχο και πιο βρώμικο, είναι σαν να πηγαίνεις επίσκεψη σε νοσοκομείο να δεις κάποιον και όση ώρα είσαι εκεί να καμαρώνεις που είσαι υγιής μπροστά του, στα μούτρα του.
Αυτοί οι, λίγοι ευτυχώς, είναι για κλωτσιές.
Πάντα ήταν τα κατακάθια της κοινωνίας, εγωιστές, παρτάκηδες.
Το φαινόμενο παρουσιάζεται και μεταξύ ζευγαριών, όπου αναπτύσσεται πολλές φορές ανεξέλεγκτη βία κάθε μορφής, αλλά και μεταξύ φίλων.
Και δεν είναι απαραίτητο να είναι κανείς χορτασμένος ερωτικά για να τους φτύσει.
Από τους αξιοπρεπείς πεινασμένους θα φάνε το ξύλο.
Γιατί η αξιοπρέπεια δεν ζυγίζεται και δεν κοστολογείται.
Ο Αποστόλης επειδή είχε γνωρίζει την αυτάρκεια, κατάφερε κάτι σημαντικό: να παραδεχτεί την αδυναμία του και να προσπαθήσει να επιβιώσει μ’ αυτήν, κάτι που τον βοήθησε σιγά – σιγά να επανέλθει.
Γιατί αν ακολουθούσε το παράδειγμα όλων όσων βρέθηκαν δίπλα του στη δύσκολη φάση της ζωής του, ίσως να μην ήταν ανάμεσά τους πλέον.
Όλοι όσοι προσπάθησαν να τον λοιδορήσουν, να τον βάλουν στο περιθώριο ή να τον χρησιμοποιήσουν, εξαφανίστηκαν ως δια μαγείας.
Ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσαν να κάνουν από το να βρεθούν μπροστά του.
Ανάσα αξιοπρέπειας
